Γρηγόρης Γεωργάτος
Γρηγόρης Γεωργάτος – (2002/2003)
Ένας από τους ποιοτικότερους αριστεροπόδαρους Έλληνες ποδοσφαιριστές όλων των εποχών ήταν ο Γρηγόρης Γεωργάτος. Έκανε μεγάλη καριέρα με την φανέλα του Ολυμπιακού, ενώ είχε ένα αρκετά καλό πέρασμα κι από την ΑΕΚ.
Γεννήθηκε στον Πειραιά στις 31 Οκτωβρίου 1972 και αγωνίστηκε με επιτυχία στην ομάδα της Παναχαικής από το 1991 έως τον Δεκέμβριο του 1995 (για την περίοδο 1994/1995 αγωνίστηκε με την ομάδα της Πάτρας στην Β´ Εθνική, ενώ στο υπόλοιπο διάστημα αγωνίστηκε στην Α’ Εθνική). Αφού έχει πλέον ξεχωρίσει για τα καλά με την απόδοσή του, παίρνει στην συνέχεια μεταγραφή για την ομάδα του Ολυμπιακού. Μέχρι τότε αγωνίζεται ως μεσοεπιθετικός. Κατά την περίοδο 1996/1997, λίγο το γεγονός ότι “πρέπει” να χωρέσει στην ίδια ενδεκάδα με τον Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς, λίγο η τάση του Μπάγεβιτς εκείνη την εποχή να μετατρέπει μεσοεπιθετικούς σε πλάγιους μπακ-χαφ, τον φέρνουν στην θέση του αριστερού μπακ-χαφ. Εντυπωσιάζει σταδιακά με τις εμφανίσεις του: ταχύς, αθλητικός, με φοβερό αριστερό πόδι (σέντρες, γεμίσματα, καταπληκτικά φάλτσα, πολύ καλές εκτελέσεις στις στημένες φάσεις, δυνατό σουτ), εξαιρετική ντρίμπλα και τεχνική και διαρκές τρέξιμο σε όλη την αριστερή πτέρυγα ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά του. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι του δόθηκε το παρατσούκλι “ο έλληνας Ρομπέρτο Κάρλος”. Μοναδικό ίσως μικρο-ελάττωμά του (όταν αγωνιζόταν ως αριστερός μπακ-χαφ) ήταν ότι δεν ήταν εξίσου καλός στα αμυντικά του καθήκοντα, χωρίς πάντως να είναι αρνητικός ούτε σε αυτόν τον τομέα.
Αφού κατέκτησε 3 πρωταθλήματα με τον ΟΣΦΠ κι έχοντας εντυπωσιάσει και σε ματς εναντίον της Γιουβέντους για το Champions League, ο Γρηγόρης Γεωργάτος παίρνει μεγάλη μεταγραφή για την ιταλική Ίντερ έναντι του ποσού των 7 εκ. ευρώ, το καλοκαίρι του 1999. Για την περίοδο 1999/2000 αγωνίζεται σε 28 αγώνες της Serie A (2 γκολ) έχοντας πολύ καλή παρουσία και στα ιταλικά γήπεδα. Στην συνέχεια όμως αποφασίζει ότι θέλει να επιστρέψει στην Ελλάδα. Δίνεται για ένα χρόνο (2000/2001) δανεικός στον Ολυμπιακό και για την σεζόν 2001/2002 επιστρέφει στην Ίντερ αλλά ταλαιπωρείται από τραυματισμούς και δεν ξανακερδίζει φανέλα βασικού.
Το καλοκαίρι του 2002 ο Μάκης Ψωμιάδης, σε μια από τις μεταγραφικές εκπλήξεις που συνήθιζε, τον φέρνει στην ΑΕΚ, όπου ο παίκτης καλείται να ξανασυνεργαστεί με τον Ντούσαν Μπάγεβιτς. Μερίδα “θερμοκέφαλων” οπαδών της ΑΕΚ δεν συγχωρεί το ερυθρόλευκο παρελθόν του παίκτη και του καταστρέφει το αυτοκίνητο. Ο Γεωργάτος πάντως φέρεται επαγγελματικά και ξεπερνάει αυτό το περιστατικό. Λόγω και της παρουσίας του Μιχάλη Κασάπη στην ομάδα, ο Γεωργάτος αγωνίζεται στην ΑΕΚ στην θέση που πιθανώς του ταιριάζει ακόμα περισσότερο, αυτή του αριστερού μεσοεπιθετικού. Κάνει μια καλή σεζόν με τον “δικέφαλο” με 23 αγώνες και 2 γκολ, ενώ αγωνίζεται με την ΑΕΚ και στους ομίλους του Champions League (αγωνίστηκε στις 4 από τις 6 ισοπαλίες που είχε η ΑΕΚ στους ομίλους της διοργάνωσης). Για την σεζόν 2003/2004 ξεκινάει ιδιαίτερα εντυπωσιακά, με 5 γκολ σε 6 συμμετοχές. Μάλιστα πετυχαίνει και τα 2 γκολ της ΑΕΚ στο εντός έδρας 2-2 με τον Παναθηναικό για το πρωτάθλημα.
Στην συνέχεια όμως (το Νοέμβριο του 2003), και μην αντέχοντας το “αρρωστημένο” κλίμα που υπάρχει πλέον στην ομάδα, ζητάει να αποχωρήσει, κάτι που τελικά συμβαίνει. Επιστρέφει στον ΟΣΦΠ τον Ιανουάριο του 2004 και τελικά κλείνει την καριέρα του στο λιμάνι του Πειραιά το 2007 έχοντας συνολικά κατακτήσει με τα ερυθρόλευκα 7 πρωταθλήματα και 3 κύπελλα. Στην καριέρα του είχε 343 αγώνες πρωταθλήματος στην Ελλάδα (61 γκολ) και 38 αγώνες στην ιταλική Serie A (3 γκολ).
Κατά την διάρκεια της πορείας του είχε και 35 αγώνες και 3 γκολ με την Εθνική ομάδα των ανδρών.
Μετά το τέλος της καριέρας του ο Γρηγόρης Γεωργάτος ασχολήθηκε αρχικά με τα διοικητικά της Παναχαικής, ενώ από το 2013 ήταν εκ των επικεφαλής των ακαδημιών του Ολυμπιακού. Από το καλοκαίρι του 2015 έως το καλοκαίρι του 2016 εργάστηκε ως αθλητικός διευθυντής του ΟΣΦΠ με αρμοδιότητα στο αγωνιστικό τμήμα της πρώτης ομάδας.
Γεννήθηκε στον Πειραιά στις 31 Οκτωβρίου 1972 και αγωνίστηκε με επιτυχία στην ομάδα της Παναχαικής από το 1991 έως τον Δεκέμβριο του 1995 (για την περίοδο 1994/1995 αγωνίστηκε με την ομάδα της Πάτρας στην Β´ Εθνική, ενώ στο υπόλοιπο διάστημα αγωνίστηκε στην Α’ Εθνική). Αφού έχει πλέον ξεχωρίσει για τα καλά με την απόδοσή του, παίρνει στην συνέχεια μεταγραφή για την ομάδα του Ολυμπιακού. Μέχρι τότε αγωνίζεται ως μεσοεπιθετικός. Κατά την περίοδο 1996/1997, λίγο το γεγονός ότι “πρέπει” να χωρέσει στην ίδια ενδεκάδα με τον Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς, λίγο η τάση του Μπάγεβιτς εκείνη την εποχή να μετατρέπει μεσοεπιθετικούς σε πλάγιους μπακ-χαφ, τον φέρνουν στην θέση του αριστερού μπακ-χαφ. Εντυπωσιάζει σταδιακά με τις εμφανίσεις του: ταχύς, αθλητικός, με φοβερό αριστερό πόδι (σέντρες, γεμίσματα, καταπληκτικά φάλτσα, πολύ καλές εκτελέσεις στις στημένες φάσεις, δυνατό σουτ), εξαιρετική ντρίμπλα και τεχνική και διαρκές τρέξιμο σε όλη την αριστερή πτέρυγα ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά του. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι του δόθηκε το παρατσούκλι “ο έλληνας Ρομπέρτο Κάρλος”. Μοναδικό ίσως μικρο-ελάττωμά του (όταν αγωνιζόταν ως αριστερός μπακ-χαφ) ήταν ότι δεν ήταν εξίσου καλός στα αμυντικά του καθήκοντα, χωρίς πάντως να είναι αρνητικός ούτε σε αυτόν τον τομέα.
Αφού κατέκτησε 3 πρωταθλήματα με τον ΟΣΦΠ κι έχοντας εντυπωσιάσει και σε ματς εναντίον της Γιουβέντους για το Champions League, ο Γρηγόρης Γεωργάτος παίρνει μεγάλη μεταγραφή για την ιταλική Ίντερ έναντι του ποσού των 7 εκ. ευρώ, το καλοκαίρι του 1999. Για την περίοδο 1999/2000 αγωνίζεται σε 28 αγώνες της Serie A (2 γκολ) έχοντας πολύ καλή παρουσία και στα ιταλικά γήπεδα. Στην συνέχεια όμως αποφασίζει ότι θέλει να επιστρέψει στην Ελλάδα. Δίνεται για ένα χρόνο (2000/2001) δανεικός στον Ολυμπιακό και για την σεζόν 2001/2002 επιστρέφει στην Ίντερ αλλά ταλαιπωρείται από τραυματισμούς και δεν ξανακερδίζει φανέλα βασικού.
Το καλοκαίρι του 2002 ο Μάκης Ψωμιάδης, σε μια από τις μεταγραφικές εκπλήξεις που συνήθιζε, τον φέρνει στην ΑΕΚ, όπου ο παίκτης καλείται να ξανασυνεργαστεί με τον Ντούσαν Μπάγεβιτς. Μερίδα “θερμοκέφαλων” οπαδών της ΑΕΚ δεν συγχωρεί το ερυθρόλευκο παρελθόν του παίκτη και του καταστρέφει το αυτοκίνητο. Ο Γεωργάτος πάντως φέρεται επαγγελματικά και ξεπερνάει αυτό το περιστατικό. Λόγω και της παρουσίας του Μιχάλη Κασάπη στην ομάδα, ο Γεωργάτος αγωνίζεται στην ΑΕΚ στην θέση που πιθανώς του ταιριάζει ακόμα περισσότερο, αυτή του αριστερού μεσοεπιθετικού. Κάνει μια καλή σεζόν με τον “δικέφαλο” με 23 αγώνες και 2 γκολ, ενώ αγωνίζεται με την ΑΕΚ και στους ομίλους του Champions League (αγωνίστηκε στις 4 από τις 6 ισοπαλίες που είχε η ΑΕΚ στους ομίλους της διοργάνωσης). Για την σεζόν 2003/2004 ξεκινάει ιδιαίτερα εντυπωσιακά, με 5 γκολ σε 6 συμμετοχές. Μάλιστα πετυχαίνει και τα 2 γκολ της ΑΕΚ στο εντός έδρας 2-2 με τον Παναθηναικό για το πρωτάθλημα.
Στην συνέχεια όμως (το Νοέμβριο του 2003), και μην αντέχοντας το “αρρωστημένο” κλίμα που υπάρχει πλέον στην ομάδα, ζητάει να αποχωρήσει, κάτι που τελικά συμβαίνει. Επιστρέφει στον ΟΣΦΠ τον Ιανουάριο του 2004 και τελικά κλείνει την καριέρα του στο λιμάνι του Πειραιά το 2007 έχοντας συνολικά κατακτήσει με τα ερυθρόλευκα 7 πρωταθλήματα και 3 κύπελλα. Στην καριέρα του είχε 343 αγώνες πρωταθλήματος στην Ελλάδα (61 γκολ) και 38 αγώνες στην ιταλική Serie A (3 γκολ).
Κατά την διάρκεια της πορείας του είχε και 35 αγώνες και 3 γκολ με την Εθνική ομάδα των ανδρών.
Μετά το τέλος της καριέρας του ο Γρηγόρης Γεωργάτος ασχολήθηκε αρχικά με τα διοικητικά της Παναχαικής, ενώ από το 2013 ήταν εκ των επικεφαλής των ακαδημιών του Ολυμπιακού. Από το καλοκαίρι του 2015 έως το καλοκαίρι του 2016 εργάστηκε ως αθλητικός διευθυντής του ΟΣΦΠ με αρμοδιότητα στο αγωνιστικό τμήμα της πρώτης ομάδας.