Γιώργος Καραφέσκος
Γιώργος Καραφέσκος – (1965/1974)
Ο Γιώργος Καραφέσκος γεννήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου 1946 στα «Μυκονιάτικα» των Αγίων Αναργύρων.
Από μικρός ασχολήθηκε με το ποδόσφαιρο παίζοντας μπάλα στις αλάνες της γειτονιάς του όπως τα περισσότερα παιδιά εκείνης της εποχής. Σε ηλικία 13 ετών, το 1959 μαζί με έναν φίλο του πήγαν στο γήπεδο της ΑΕΚ στη Ν. Φιλαδέλφεια για να περάσουν από δοκιμή στις ακαδημίες της “Ένωσης”. Ο φίλος του επιλέχθηκε αμέσως σε αντίθεση με τον μικρό Γιώργο που απορρίφθηκε. Τις δοκιμές παρακολουθούσε και ο τότε προπονητής της πρώτης ομάδας Χάρι Αουρέτνικ, που βλέποντας απογοητευμένο τον μικρό τον κάλεσε δίπλα του και του ζήτησε να κάνει διάφορες ασκήσεις με τη μπάλα. Ο Αουρέτνικ διέκρινε το ταλέντο του και τον προέτρεψε να πάει στα γραφεία του Συλλόγου και να υπογράψει δελτίο.
Έτσι ο Καραφέσκος εντάχθηκε στα τμήματα υποδομής της ΑΕΚ το 1959. Δύο χρόνια αργότερα ήταν στέλεχος της Εθνικής Εφήβων και αμέσως μετά της Εθνικής Νέων.
Το 1965 σε ηλικία 18,5 ετών έκανε το ντεμπούτο του στην ανδρική ομάδα της Ένωσης με προπονητή τον Τρύφωνα Τζανετή. Ξεκίνησε παίζοντας στη θέση του δεξιού εξτρέμ αλλά στη συνέχεια καθιερώθηκε σαν κεντρικός μέσος ενώ αγωνίστηκε πολλές φορές σε θέση αμυντικού μέσου. Στην καθιέρωση του σαν χαφ έπαιξε αποφασιστικό ρόλο ένα ματς της Εθνικής Νέων απέναντι στην Γιουγκοσλαβία στο οποίο και ενώ η Ελλάδα ήταν πίσω στο σκορ με 0-1, πήρε εντολή να μαρκάρει τον αντίπαλο επιθετικό χαφ. Ο Καραφέσκος “κλείδωσε” τον αντίπαλο του και συνετέλεσε τα μέγιστα στην ανατροπή του σκορ και στη νίκη της Εθνικής με 2-1.
Η “εξ απαλών ονύχων” παρουσία του στην ΑΕΚ από τα τμήματα των υποδομών του έδωσε το προσωνύμιο “Μπέμπης” που τον ακολούθησε σε όλη τη διάρκεια της ποδοσφαιρικής του καριέρας.
Ανεξάρτητα από την θέση που κάλυπτε έδειχνε μεγάλη ευχέρεια στο σκοράρισμα καθώς δεν άφηνε και πολλά περιθώρια αντίδρασης στους αντιπάλους γκολκίπερ με τα «θανατηφόρα» σουτ που επιχειρούσε. Ισχυρή προσωπικότητα και ατίθασος χαρακτήρας, προσάρμοζε το παιχνίδι του στις απαιτήσεις του εκάστοτε αγώνα. Οι προπονητές των άλλων ομάδων «θυσίαζαν» δυό και τρεις παίκτες για να τον μαρκάρουν, εκείνος όμως μαεστρικά άνοιγε διαδρόμους στους συμπαίκτες του, και βοηθούσε στην οργάνωση της επίθεσης. Δεν ήταν λίγες οι φορές που ο ίδιος ξεκινούσε κάποια επέλαση απ’ το κέντρο του γηπέδου, φθάνοντας μέχρι την αντίπαλη περιοχή. Η άνεσή του να ελίσσεται με τη μπάλα, οι όμορφες ντρίμπλες του, μα και η πιεστική άμυνα που μπορούσε να παίξει, αποτελούσαν σπουδαία στοιχεία για τη μεσαία γραμμή της ΑΕΚ.
Στην καριέρα του στην ΑΕΚ, συμπλήρωσε 230 συμμετοχές με 28 γκολ και κατέκτησε δύο Πρωταθλήματα (1967-68, 1970-71) και ένα Κύπελλο Ελλάδας (1965-66), ενώ ήταν μέλος της ομάδας που έπαιξε Προημιτελικό Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1969.
Ο Καραφέσκος έπαιξε επίσης σε όλα τα τμήματα των Εθνικών ομάδων, είχε 8 συμμετοχές με την Εθνική Ανδρών ενώ ήταν μέλος της Εθνικής Ενόπλων που το 1967 κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο ΣΙΣΜ στην Βαγδάτη.
Οι δρόμοι του με την ΑΕΚ χώρισαν το 1974, έπειτα από μια “παρεξήγηση” εξ αιτίας ενός δημοσιεύματος που τον ήθελε “υπό αποδέσμευση” και παρά την διαβεβαίωση του Λουκά Μπάρλου ότι δεν συνέτρεχε τέτοιος λόγος. Ο ιδιότυπος και ανεπτυγμένος εγωϊσμός του τον οδήγησε στο λάθος -όπως ο ίδιος παραδέχεται δημόσια- της αποχώρησης από την ΑΕΚ και την μεταγραφή στην Καστοριά με την οποία αγωνίστηκε μέχρι το 1978. Τελευταίος σταθμός της καριέρας του η Καλλιθέα μέχρι το 1980 όταν και εγκατέλειψε την ενεργό δράση.
Έκτοτε ασχολήθηκε με την προπονητική παίρνοντας το δίπλωμα της Β’ εθνικής. Δούλεψε σε πολλά ερασιτεχνικά σωματεία της Αθήνας. Την περίοδο 1993-1994 εργάστηκε στην Κρήτη και συγκεκριμένα στον Ποσειδώνα Ηρακλείου, τον οποίο οδήγησε στην Γ’ εθνική. Αμέσως μετά επέστρεψε στην ΑΕΚ ως προπονητής στην δεύτερη ομάδα και παρέμεινε εκεί για 12 χρόνια κάνοντας καλή δουλειά κάτω από αντίξοες συνθήκες μαζί με τον Ανδρέα Σταματιάδη.
Δραστηριοποιείται ιδιαίτερα με τις εκδηλώσεις του Συλλόγου Παλαιμάχων της ΑΕΚ.
Πρόσφατα έφυγε από τη ζωή η αγαπημένη του σύντροφος, Ειρήνη. Εχει μία κόρη, τη Μελίνα, η οποία είναι πιλότος και διαμένει μόνιμα στη Νέα Υόρκη μαζί με το σύζυγό της και τα δυο τους παιδιά.