Νίκος Σεβαστόπουλος

 

 

 Νίκος Σεβαστόπουλος – (1963/1969)

Ο Νίκος Σεβαστόπουλος γεννήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 1945 στον Ταύρο.
Από μικρός ασχολήθηκε με το ποδόσφαιρο παίζοντας με συνομήλικους του στις αλάνες του Ταύρου. Εκεί ξεδίπλωσε ένα σπάνιο και αξιοζήλευτο ποδοσφαιρικό ταλέντο που άφηνε άφωνους όσους τον παρακολουθούσαν με την μπάλα στα πόδια. Η μικρή του ηλικία αποδείκνυε αφ’ ενός πως το σπάνιο ταλέντο του ήταν έμφυτο και αφ’ ετέρου προοιώνιζε ότι αυτό το ταλέντο δυνητικά αξιοποιήσιμο μέ προπόνηση και εμπειρία θα οδηγούσε στην δημιουργία ένος αξεπέραστου ποδοσφαιριστή.
Σε ηλικία μόλις 11 ετών το 1956, εγγράφεται στον Πανθησειακό μιά από τις πολλές μικρές ομάδες της τότε ποδοσφαιρομάνας περιοχής του Ταύρου όπου παραμένει για μια αγωνιστική περίοδο. Στην συνέχεια τα Κιτρινόμαυρα φίλαθλα αισθήματα του τον οδηγούν στην Νέα Φιλαδέλφεια όπου δοκιμάζεται στα τσικό της ομάδας από τους εκεί υπεύθυνους Χρήστο Ρίμπα κια Γιώργο Νταϊσπάγγο. Αμφότεροι μένουν άναυδοι από το ταλέντο και τις ικανότητες του 12χρονου Σεβαστόπουλου και τον εντάσσουν αμέσως στις ακαδημίες της Ένωσης όπου συμμετέχει ανελλιπώς και ως βασικό στέλεχος στις αντίστοιχες της ηλικίας του ομάδες.
Το 1963 έχει φτάσει να αγωνίζεται στην Εφηβική ομάδα της ΑΕΚ με την οποία στέφεται Πρωταθλητής Ελλάδας στους Εφήβους παράλληλα με την κατάκτηση του Πρωταθλήματος Ελλάδας από την ανδρική ομάδα του Γένε Τσάκναντι ενώ αγωνίζεται ήδη σαν βασικό στέλεχος στην Εθνική Νέων. Τα αγωνιστικά κατορθώματα του στο διάστημα αυτό σε συνδυασμό με το ιδιαίτερα σκούρο χρώμα του δέρματος του συνετέλεσαν ώστε γρήγορα να αποκτήσει το προσωνύμιο “Πελέ”.
Το καλοκαίρι του 1963 ο Χάϊνριχ Μίλλερ τον προωθεί στην πρώτη ομάδα και στις 13/10/1963 κάνει ντεμπούτο με την ανδρική ομάδα στην ισοπαλία 0-0 με τον Ηρακλή στη Θεσσαλονίκη. Είναι η στιγμή που αρχίζουν να εμφανίζονται “μαύρα σύννεφα” στις σχέσεις του με την ΑΕΚ καθώς η άρνηση του στην πρόταση του Κλεάνθη Μαρόπουλου να εργαστεί σαν υπάλληλος στο κατάστημα αθλητικών ειδών που διατηρεί ο “Ξανθός Αετός” μαζί με τον Τρύφωνα Τζανετή τον θέτει σε δυσμένεια. Ο Μαρόπουλος, εκλέκτορας της Εθνικής και Γενικός Αρχηγός της ΑΕΚ, τον απομακρύνει από την ανδρική ομάδα και τον εντάσσει ξανά στην Εφηβική, κάτι που πληγώνει τον αντισυμβατικό και επαναστατικό χαρακτήρα του Νίκου Σεβαστόπουλου. Η απογοήτευση τον κάνει εριστικό στους αγωνιστικούς χώρους και σε ένα ματς απέναντι στον Εθνικό συμπλέκεται με τον αντίπαλο του Χατζηιωαννίδη και τιμωρείται με απαγόρευση συμμετοχής σε αγώνες για 4 μήνες.
Στο διάστημα αυτό έρχεται στην Ελλάδα ο πρόεδρος της Νοτιοαφρικανικής ομάδας Χελλένικ του Κέηπ Τάουν με σκοπό να επανεντάξει στην ομάδα του τον Δεϊμέζη του Φωστήρα. Ο Δεϊμέζης αρνείται και αναζητώντας αντικαταστάτη, τον βρίσκει στο πρόσωπο του Νίκου Σεβαστόπουλου που όντας τιμωρημένος δε μπορούσε να αγωνιστεί στην Ελλάδα ενώ η απουσία της επαγγελματικής Νοτιοαφρικανικής Λίγκας από την ΦΙΦΑ άφηνε ελεύθερο το πεδίο για μια τέτοια μετακίνηση όμοια με τις περιπτώσεις αρκετών Ελλήνων ποδοσφαιριστών εκείνης της εποχής. Ο Σεβαστόπουλος προγραμματίζει αρχικά τετράμηνη παραμονή στο Κέηπ Τάουν, η οποία τελικά φτάνει στους εννέα μήνες. Στην διάρκεια της εκεί παραμονής του η ομάδα του δίνει φιλικό με την μεγάλη Ρεάλ των Πούσκας, Αμάνθιο, Χέντο, Πίρι κ.ά. στο οποίο γνωρίζει την ήττα με 4-0 αλλά ο Σεβαστόπουλος εντυπωσιάζει τους Μαδριλένους που κανονίζουν μέσω του προπονητή του να επισκεφθεί την επόμενη χρονιά την Μαδρίτη για να δοκιμαστεί από την “Βασίλισσα”. Το ταξίδι του στην Ισπανία δεν θα γίνει ποτέ καθώς το 1965 επιστρέφει στην Ελλάδα για να υπηρετήσει την στρατιωτική του θητεία.
Το “σκασιαρχείο” του στην Νότιο Αφρική έχει πολλαπλασιάσει την όποια μήνι του Μαρόπουλου απέναντι του και ο παραγκωνισμός του από την ΑΕΚ όσο διαρκεί η θητεία του στον στρατό είναι ολοκληρωτικός. Το 1967 απολύεται, φεύγει ξανά στη Νότιο Αφρική και μετά από σύντομη τρίμηνη παραμονή εκεί επιστρέφει στην Ελλάδα το 1968. Ο Μπράνκο Στάνκοβιτς μαγεύεται από τα ποδοσφαιρικά προσόντα του Σεβαστόπουλου και του δίνει φανέλλα βασικού. Συμπληρώνει 18 συμμετοχές στην περίοδο 1968-69 σκοράροντας και 4 γκολ, το πρώτο από τα οποία στις 24/11/1968 στην εντός έδρας νίκη με 2-1 επί του Πανιωνίου. Στη διάρκεια της περιόδου 1968-69 είχε και 5 συμμετοχές στην πορεία της ΑΕΚ μέχρι τον Προημιτελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών αγωνιζόμενος στα δύο ματς με την Ζενές Ές, στα δύο ματς με την Ακαντέμισκ και στο εκτός έδρας ματς στις 26/2/1969 και την ήττα από την Σπάρτακ Τρνάβα με 2-1 όπου και σημείωσε το μοναδικό γκολ της Ένωσης.
Κάποια δυσχέρεια στις πληρωμές των παικτών από την πλευρά της τότε διοίκησης προκαλεί νέα αντίδραση του Σεβαστόπουλου που αναζητά ξανά την φυγή στο Κέηπ Τάουν. Ο χουντικός επίτροπος που είχε τοποθετηθεί από το τότε καθεστώς στην ομάδα του παρακρατά αρχικά το διαβατήριο εμποδίζοντας τον μέχρι τον Απρίλιο του 1969. Τότε καταφέρνει να φύγει και παραμένει στη Νότιο Αφρική μέχρι τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Η επιστροφή στην Νέα Φιλαδέλφεια προσκρούει σε κλειστή πόρτα. Ο Στάνκοβιτς έχει αντιληφθεί ότι έχει να κάνει περισσότερο με έναν μποέμ κοσμοπολίτη παρά με έναν πειθαρχημένο ποδοσφαιριστή όπως θα επιθυμούσε και παρά τις εκπληκτικές ποδοσφαιρικές του Σεβαστόπουλου, έχει ήδη οριστικοποιήσει την αποδέσμευση του.
Η συνέχεια της καριέρας του Νίκου Σεβαστόπουλου είναι εξ ίσου περιπετειώδης με ένταξη στον Βύζαντα Μεγάρων μέχρι το 1974, εκ νέου φυγή στο Τορόντο του Καναδά αυτή τη φορά όπου μένει και αγωνίζεται μέχρι το 1976, καταγγελία του Βύζαντα στη ΦΙΦΑ και επιστροφή του στην ομάδα των Μεγάρων όπου αγωνίστηκε μέχρι το 1981 όταν και σε ηλικία 36 ετών κρέμασε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια.
Από το 1974 ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας του είχε “πιάσει λιμάνι” καθώς ξεκίνησε να εργάζεται σαν μπάρμαν στο Αθηναϊκό Χίλτον παράλληλα με τις ποδοσφαιρικές του υποχρεώσεις στον Βύζαντα. Στο μπαρ του Χίλτον έμεινε μέχρι το 1997 χωρίς να παραλείπει στο ενδιάμεσο, ταξίδια στον Καναδά ή την Βραζιλία για αγώνες σε ποδοσφαιρικά τουρνουά 5Χ5 ή 6Χ6 παικτών παρέα με διάσημους παλαίμαχους από το εξωτερικό. Στη συνέχεια εργάστηκε σε εταιρία καλλυντικών μαζί με την σύζυγο του.